Δευτέρα 23 Ιουνίου 2008

ΑΜΜΟΥΔΙΑ ΠΡΕΒΕΖΑΣ





Το χωριό της Αμμουδιάς βρίσκεται στις εκβολές του Αχέροντα ποταμού, γνωστού από τη μεταφορά των νεκρών στο βασίλειο του Πλούτωνα. Διοικητικά ανήκει στο Δήμο Φαναρίου του Νομού Πρεβέζης και βρέχεται από τα νερά του Ιονίου Πελάγους. Αρχικά αναγνωρίστηκε ως κοινότητα του Ελληνικού κράτους με το όνομα Σπλάντζα(1919). Μετονομάστηκε Αμμουδιά(1928), αρχικά υπαγόμενη στο Νομό Θεσπρωτίας. Από το 1946 ανήκει πλέον στο Νομό Πρεβέζης. Ο πρώτος κάτοικος εγκαταστάθηκε στην Αμμουδιά περίπου κατά το 1450 κοντά στο λόφο Γορτσούλα, ενώ το χωριό κατοικήθηκε ουσιαστικά κατά το 1700.

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ

Σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση, η περιοχή ανήκε στην εξουσία των υποχθόνιων θεοτήτων, κατοικούμενη από τους Κιμμέριους, οι οποίοι θεωρούνταν προσωποποιήσεις των ψυχών. Το χωριό αναδύθηκε από τα σπλάχνα της Αχερουσίας λίμνης, η οποία αποτελούσε την είσοδο της κοινωνίας των ψυχών. Επομένως δίκαιος μπορεί να θεωρηθεί ο χαρακτηρισμός της Αμμουδιάς ως χωριό του «Κάτω Κόσμου». Αξιοσημείωτος είναι ο θρύλος της ύπαρξης δύο στοιχειών του Μπούμπη στο έλος της Σπλάντζας και του Μπούντη στο έλος της Μπούντας, τα οποία θεωρούνταν νυχτερινοί φύλακες των πυλών του Άδη και στενοί συνεργάτες του Κέρβερου.
Η ΑΜΜΟΥΔΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

Στο βορειοδυτικό σημείο της περιφέρειας της Αμμουδιάς, κατά την αρχαιότητα βρισκόταν η αρχαία πόλη Ελέα τμήμα της οποίας καταστράφηκε. Τα ερείπια που σώζονται θεωρείται ότι αποτελούσαν το φρούριο άμυνας ή την ακρόπολη ενώ στα δίχτυα ψαράδων βρέθηκαν πήλινα αγγεία που αποδεικνύουν την ύπαρξη της πόλης. Στο ακρωτήρι Χειμέριο, το βόρειο άκρο του όρμου της Αμμουδιάς υπήρχε το φανάρι (φάρος), το οποίο για αιώνες καθοδηγούσε τους επισκέπτες στο Νεκρομαντείο, που βρίσκεται στο χωριό Μεσοπόταμος, για επικοινωνία με τις ψυχές των αγαπημένων τους προσώπων. Από το φανάρι προήλθε το όνομα του Δήμου Φαναρίου. Στην απέναντι όχθη του Αχέροντα υπάρχουν τα ερείπια του τελωνείου που αποδεικνύουν ότι η Αμμουδιά ήταν λιμάνι μεγάλης εμπορικής δραστηριότητας.

ΟΝΟΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΕΡΑΣΑΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΜΟΥΔΙΑ

Το βασίλειο του Πλούτωνα και της Περσεφόνης επισκέφθηκαν ηχηρά ονόματα του αρχαίου Ελληνικού κόσμου. Η αναλυτική περιγραφή του Ομήρου στην κ’ ραψωδία, φανερώνει ότι ο ίδιος είχε επισκεφθεί την περιοχή και μέσα από τη φαντασία του, ο Οδυσσέας έφτασε στην κοινότητα των ψυχών για να επικοινωνήσει με την ψυχή του μάντη Τειρεσία έτσι ώστε να ενημερωθεί για το γυρισμό του στην Ιθάκη. Ο Ηρόδοτος περιγράφει την επίσκεψη των απεσταλμένων του Περίανδρου στο Νεκρομαντείο για να ρωτήσουν την ψυχή της γυναίκας του Μέλισσας για τον κρυμμένο θησαυρό. Επίσης ο Ορφέας κατέβηκε στον Άδη για να ζητήσει πίσω με όπλο τη μουσική του, την αγαπημένη του Ευρυδίκη. Επίσης ο Θησέας με τον φίλο του Πειρίθου κατέβηκαν με σκοπό να αρπάξουν την Περσεφόνη θέλοντας να παντρευτούν κόρες θεών. Ο Ηρακλής ενσάρκωσε τον 12ο άθλο του, που αφορούσε τον Κέρβερο στις πύλες του Άδη. Πλήθος άλλων θεών ημίθεων και ηρώων κατέφθαναν κατά διαστήματα στο Νεκρομαντείο.

ΕΠΑΝΑΣΤΣΑΣΗ ΤΟΥ 1821

Κατά την Τουρκοκρατία, η Αμμουδιά έγινε μάρτυρας της ηρωικής θυσίας του Μανιάτη ήρωα Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. Η κυβέρνηση Μαυροκορδάτου έστειλε τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη με 500 συμπατριώτες του προς ενίσχυση των Σουλιωτών. Ο Μαυρομιχάλης αποβιβάστηκε στην Αμμουδιά και επέλεξε τη Μονή της Αγίας Ελένης ως βάση των εξορμήσεών του. Μέσω προδοσίας οι Τούρκοι πληροφορήθηκαν τις προετοιμασίες της πρώτης εξόρμησης και το πρωί της 16ης Ιουλίου1822 περίπου 4000 Τουρκαλβανοί με επικεφαλή το Μουσταφά Μπέη επιτέθηκαν κατά των Ελλήνων σηματοδοτώντας την έναρξη της «μάχης της Σπλάντζας». Η Ελληνική δύναμη τοποθετημένη κοντά στο τελωνείο απέκρουε αποτελεσματικά τα αντίπαλα στρατεύματα μέχρι την απώλεια των επικεφαλών των δύο δυνάμεων. Ο ηρωικός θάνατος του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη σήμανε το τέλος της μάχης και την οπισθοχώρηση των Ελληνικών στρατευμάτων. Στη Μονή της Αγίας Ελένης έγινε η ταφή του Μαυρομιχάλη και αργότερα τα οστά του μεταφέρθηκαν στην πατρίδα του
ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ

Η Αμμουδιά πυρπολήθηκε και λεηλατήθηκε την 12η Αυγούστου του 1943 από τους Γερμανούς με αποτέλεσμα να αναγκαστούν οι κάτοικοι να εγκαταλείψουν το χωριό και να μεταβούν στην Πάργα. Το 1948, το χωριό ανοικοδομήθηκε από την υπηρεσία στεγάσεως πυροπαθών.


Η ΑΜΜΟΥΔΙΑ ΣΗΜΕΡΑ

Η Αμμουδιά αποτελεί σημαντικό τουριστικό θέρετρο κυρίως λόγω της μεγάλης παράδοσης και της σημαντικής περιβαλλοντικής της αξίας. Τόσο οι πληροφορίες που προέρχονται από τα μνημεία, όσο και τα σπάνια είδη της χλωρίδας και πανίδας που υπάρχουν στην περιοχή, αποτελούν σημαντική πηγή γνώσης και έρευνας.

Κυριακή 22 Ιουνίου 2008

ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟ ΓΛΕΝΤΙ.



ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΓΕΥΣΗ ΑΠΟ ΕΝΑ ΠΑΝΥΓΗΡΙ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ ΣΤΗΝ ΚΑΛΛΙΘΕΑ.ΠΩΣ ΓΙΟΡΤΑΖΟΥΝ ΟΛΟΙ ΜΕ ΤΑ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ.ΒΕΒΑΙΑ ΟΛΟ ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΥΓΚΡΙΘΕΙ ΜΕ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΠΑΝΥΓΗΡΙΑ ΠΟΥ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ Σ ΟΛΑ ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ.ΣΤΙΣ 4 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΣΤΙΣ 6 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΣΤΟΝ ΡΩΜΑΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΚΕΡΑΣΟΒΟ,ΣΤΙΣ 15 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΣΤΗΝ ΚΡΑΝΙΑ,ΤΟΝ ΖΕΡΒΟ,ΤΟΝ ΓΑΛΑΤΑ,ΤΑ ΜΕΛΙΑΝΑ,ΤΗΝ ΚΡΑΝΙΑ,ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΠΑΝΥΓΗΡΙ ΣΤΗΝ ΓΛΥΚΗ(ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΟΙ ΜΠΥΡΕΣ ΔΕΝ ΠΑΓΩΝΟΥΝ ΣΤΟ ΨΥΓΕΙΟ ΑΛΛΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΠΟΤΑΜΙ).ΣΤΙΣ 7 ΙΟΥΛΙΟΥ ΣΤΟ ΝΙΚΟΛΙΤΣΙ ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΡΙΑΚΙΣΗ.ΣΤΙΣ 8 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ ΣΤΟΝ ΑΣΟ.ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΣΕ ΠΟΛΛΑ ΑΛΑ ΧΩΡΙΑ ΟΠΩΣ ΤΟΥΣ ΠΑΠΑΔΑΤΕΣ,ΤΟΝ ΣΚΙΑΔΑ,ΤΟ ΡΙΖΟΒΟΥΝΙ ΤΟ ΘΕΣΠΡΩΤΙΚΟ Κ.Α.
ΑΞΙΖΕΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΝΑ ΕΠΙΣΚΕΦΤΕΙΤΕ ΑΥΤΑ ΤΑ ΠΑΝΥΓΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΙΓΟΥΡΑ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΠΟΥ ΘΑ ΣΑΣ ΜΕΙΝΕΙ ΑΞΕΧΑΣΤΗ.

Σάββατο 21 Ιουνίου 2008

ΝΕΚΡΟΜΑΝΤΕΙΟ.Η ΠΟΛΗ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ.

























































Το πιο φημισμένο νεκρομαντείο του αρχαίου ελληνικού κόσμου βρίσκεται κοντά στις βορειοδυτικές όχθες της Αχερουσίας λίμνης, στο σημείο όπου ενώνονται τα ποτάμια του Άδη, ο Αχέροντας με τον Κωκυτό. Στις αρχαίες πηγές η τοποθεσία της Αχερουσίας λίμνης περιγράφεται ως το σημείο κατάβασης των νεκρών στον Άδη και η Εφύρα, η πόλη της Ηπείρου που βρίσκεται λίγο βορειότερα, συνδέεται με πανάρχαιη λατρεία της θεότητας του θανάτου. Στο νεκρομαντείο πήγαιναν οι πιστοί για να συναντήσουν τις ψυχές των νεκρών, που μετά την απελευθέρωσή τους από το σώμα αποκτούσαν την ικανότητα να προβλέπουν το μέλλον. Η παλαιότερη αναφορά του νεκρομαντείου του Αχέροντα γίνεται από τον Όμηρο στην Οδύσσεια, όταν η Κίρκη συμβουλεύει τον Οδυσσέα να συναντήσει στον Κάτω Κόσμο τον τυφλό μάντη Τειρεσία και να πάρει χρησμό για την επιστροφή στην πατρίδα του , και αμέσως παρακάτω δίνει τη συναρπαστική περιγραφή της καθόδου του Οδυσσέα, ενός θνητού, στον Άδη . Η ομοιότητα της ομηρικής περιγραφής με τη θέση του νεκρομαντείου είναι εκπληκτική, στοιχείο που παρατηρεί και ο Παυσανίας σχεδόν χίλια χρόνια αργότερα, θεωρώντας ότι ο Όμηρος πρέπει να είχε δει τα μέρη αυτά (1.17.5). Ωστόσο, στην ελληνική μυθολογία και άλλοι ήρωες είχαν τολμήσει αυτή την κατάβαση στον Άδη: ο Ορφέας για να φέρει στη γη την αγαπημένη του Ευρυδίκη, ο Ηρακλής για να φέρει στο βασιλιά Ευρυσθέα τον Κέρβερο, τον τρικέφαλο σκύλο-φύλακα της εξόδου από τον Άδη, και ο Θησέας με τον Πειρίθου για να αρπάξουν την Περσεφόνη. Η παλαιότερη χρήση του λόφου όπου σώζεται το νεκρομαντείο ανάγεται στη μυκηναϊκή εποχή (14ος-13ος αι. π.Χ.), στην οποία χρονολογούνται τρεις παιδικοί τάφοι με λιγοστά ευρήματα. Αργότερα στο χώρο πρέπει να ιδρύθηκε ιερό αφιερωμένο στη θεότητα της Γης, όπως δείχνουν όστρακα αγγείων και πήλινα ειδώλια, που βρέθηκαν στους δυτικούς πρόποδες του λόφου και χρονολογούνται μέχρι και τα μέσα του 7ου αι. π.Χ. Τα σωζόμενα λείψανα του νεκρομαντείου χρονολογούνται στην ελληνιστική περίοδο. Το κύριο τμήμα του ιερού χρονολογείται στους πρώιμους ελληνιστικούς χρόνους (τέλη 4ου - αρχές 3ου αι. π.Χ.), ενώ σε μια δεύτερη οικιστική φάση, στο τέλος του 3ου αι. π.Χ., προστέθηκε στα δυτικά του αρχικού ιερού ένα συγκρότημα με μια κεντρική αυλή, γύρω από την οποία υπήρχαν δωμάτια και αποθήκες. Το ιερό με αυτή τη μορφή λειτούργησε αδιάλειπτα για δύο αιώνες περίπου. Με την κατάκτηση της Μακεδονίας από τους Ρωμαίους πυρπολήθηκε το 167 π.Χ., οπότε και τελείωσε η λειτουργία του. Στον 1ο αι. π.Χ. με την εγκατάσταση Ρωμαίων εποίκων στην πεδιάδα του Αχέροντα, η αυλή του ιερού κατοικήθηκε πάλι. Στις αρχές του 18ου αιώνα στο χώρο οικοδομήθηκε η μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, που σώζεται μέχρι σήμερα, και το αντίστοιχο νεκροταφείο.
Το νεκρομαντείο του Αχέροντα είναι κτισμένο στην κορυφή ενός λόφου και για την κατασκευή του χρειάσθηκε να ισοπεδωθεί ο βράχος. Ένας πολυγωνικός ορθογώνιος περίβολος με είσοδο στη βόρεια πλευρά περιβάλλει ένα τετράγωνης κάτοψης κτήριο, το κυρίως ιερό. Αυτό χωρίζεται με δύο παράλληλους τοίχους σε μια κεντρική αίθουσα και δύο πλάγια κλίτη. Κάτω από την κεντρική αίθουσα βρίσκεται μια υπόγεια αίθουσα, λαξευμένη στο βράχο, η οροφή της οποίας στηρίζεται σε δεκαπέντε πώρινα τόξα. Πρόκειται για το σκοτεινό ανάκτορο της Περσεφόνης και του Άδη. Η αρχιτεκτονική μορφή του οικοδομήματος μπορεί να συγκριθεί με ένα μεγαλοπρεπές ταφικό μνημείο, με μαυσωλείο, όπως αυτά διαμορφώθηκαν στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. στη Μικρά Ασία και στην Ανατολή για την ταφή διάφορων ηγεμόνων (π.χ. μνημείο του Μαυσώλου στην Αλικαρνασσό). Η κατασκευή του με επιμελημένη πολυγωνική τοιχοδομία, σιδερόφρακτες πύλες, εσωτερική διαίρεση με διαδρόμους, ήταν προσαρμοσμένη στη χθόνια λατρεία και στις τελετουργίες της. Οι πιστοί έμπαιναν σε ένα σκοτεινό διάδρομο και ο ιερέας τους οδηγούσε στους κατάλληλους χώρους για να γίνει η προετοιμασία τους. Εκεί έπρεπε να κάνουν δίαιτα, να απαλλαγούν από τα μιάσματα με κάθαρση και να τελέσουν θυσίες. Μετά έμπαιναν στη μεγάλη σκοτεινή αίθουσα για να συναντήσουν τις ψυχές των νεκρών. Οι εργασίες έφεραν στο φως εκατοντάδες αγγείων, που περιείχαν προσφορές, λυχνάρια, αλλά και μικρότερα αγγεία, τα οποία ήταν συχνά διακοσμημένα με το ρυθμό ''δυτικής κλιτύος'', ενώ στις αποθήκες βρέθηκαν, επίσης, μυλόπετρες, θαλασσινά όστρεα, γεωργικά και οικοδομικά εργαλεία, ειδώλια της θεάς Περσεφόνης και του Κέρβερου.

Καταλυτικός για τη μαντεία ήταν ο ρόλος των ιερέων, οι οποίοι επεδίωκαν συζητήσεις με τους επισκέπτες για να γνωρίσουν τις προθέσεις τους και να δώσουν τις ανάλογες απαντήσεις, καθώς και η ιεροτεσλετία που ακολουθούνταν. Υπέβαλαν τους επισκέπτες σε ψυχολογικές και σωματικές δοκιμασίες είτε με τη δαιδαλώδη, επιβλητική κατασκευή του μαντείου και τις σκοτεινές γεμάτες υγρασία αίθουσες είτε με δίαιτα και με τη βοήθεια κυάμων (= κουκιά) που μασούσαν ώστε να θολώνουν το μυαλό τους και να εξάπτουν τη φαντασία τους.
Για να λάβει ο επισκέπτης απάντηση από την ψυχή έπρεπε να τελέσει προσφορές και να τη βγάλει από τη λήθη δίνοντάς της να πιει αίμα. Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά του Ομήρου σύμφωνα με την οποία η μάνα του Οδυσσέα δεν τον αναγνώρισε παρά μόνο όταν ήπιε από το αίμα της προσφοράς.
Οι ψυχές θεωρούνταν άυλες σαν σκιές. Τα "είδωλα" των ψυχών τα ανέβαζαν οι ιερείς με σιδερένιους μοχλούς από την υπόγεια αίθουσα. Στο τέλος οι πιστοί αποχωρούσαν από άλλη έξοδο ώστε να μην έρθουν σε επαφή με τους επόμενους επισκέπτες εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη μυστικότητα. Η οποιαδήποτε μαρτυρία του χρησμού αποτελούσε βλασφημία και οδηγούσε ακόμα και σε θάνατο.
Στις αποθήκες βρέθηκαν μυλόπετρες, θαλασσινά όστρεα, γεωργικά και οικοδομικά εργαλεία και ειδώλια της Περσεφόνης και του Κέρβερου.

Η Αρχαιολογική Εταιρία διενήργησε ανασκαφές στο χώρο του Νεκρομαντείου τα έτη 1958-1964 και 1976-1977 υπό τον καθηγητή αρχαιολογίας Σωτήριο Δάκαρη ύστερα από παρότρυνση του δάσκαλου Κώστα Μουσελίμη.

Παρασκευή 20 Ιουνίου 2008

Η ΠΑΝΕΜΟΡΦΗ ΛΙΜΝΗ ΖΗΡΟΥ.















































































Η Λίμνη Ζηρού βρίσκεται 2 χλμ δυτικά της επαρχιακής οδού Άρτας - Φιλιππιάδας - Ιωαννίνων απέναντι από την κοινότητα Παντάνασσας Άρτας. Διοικητικά και γεωγραφικά ανήκει σε τρεις δήμους: Φιλιππιάδας (N. Πρέβεζας), Θεσπρωτικού (Ν. Πρέβεζας) και Ξηροβουνίου (Ν. Αρτας). Το όνομά της λίμνης «Ζηρός» έχει Σλαβική προέλευση (Ozero = λίμνη στα Ρωσικά, Σέρβικα κλπ), προφανώς κατάλοιπο μεσαιωνικής εποίκησης της περιοχής από Σλαβικά φύλα. Πρόκειται για σημαντικό αξιοθέατο που είναι σχετικά άγνωστο γιατί δεν υπάρχει στους τουριστικούς χάρτες με κλίμακα κάτω του 1:300.000.

Η δημιουργία της λίμνης
Ζηρού φαίνεται να οφείλεται στην τεκτονοκαρστική δραστηριότητα της περιοχής. Οι γεωλόγοι πιστεύουν ότι η λίμνη αποτελούσε λιμναίο σπήλαιο, αλλά η οροφή κατέρρευσε προ 10.000 ετών περίπου. Ο υδροφόρος ορίζων της λίμνης είναι ο ίδιος με αυτόν του ποταμού Λούρου, συνεπώς τα δύο υδάτινα συστήματα επικοινωνούν. Οι διαστάσεις της λίμνης είναι περίπου 900μ Χ 600μ. Το μέγιστο βάθος της λίμνης, σύμφωνα με μετρήσεις του ιδιώτη Χαράλαμπου Γκούβα το έτος 1997 βρέθηκε 70 μέτρα ενώ στη βόρεια όχθη το άμεσο βάθος στα βράχια είναι 9 μέτρα. Η νότια όχθη «σβήνει» σταδιακά σε ρηχή αμμουδιά. Η θερμοκρασία του νερού κυμαίνεται χειμώνα καλοκαίρι από 9,6οC – 21,2οC. Όπως σε όλες τις λίμνες με γλυκό νερό η άνωση είναι χαμηλότερη από αυτή των θαλασσών, και η κολύμβηση εγκυμονεί κίνδυνο πνιγμού. Στο παρελθόν έχουν πνιγεί άτομα που προσπαθησαν να κολυμπησουν σε αυτην.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ.

Στις όχθες αυτής της όμορφης λίμνης, είχε χτιστεί από Αυστριακούς αρχιτέκτονες το 1950-1955 η ‘’Παιδόπολη του Ζηρού’’ (‘’Ζηρόπολη’’), με αντικείμενο την περίθαλψη των ορφανών παιδιών του 2ου Παγκοσμίου

Πολέμου και του Εμφυλίου Πολέμου, με πρωτοβουλία της τότε Βασίλισσας Φρειδερίκης. Από το 1955 μέχρι το 1975 η Ζηρόπολη αποτέλεσε ένα σημαντικό εκπαιδευτικό, πολιτιστικό και οικονομικό πυρήνα της περιοχής. Το 1965 μετά από ισχυρό σεισμό, πολλά λιθόκτιστα κτίρια υπέστησαν ανεπανόρθωτες ζημιές και η πόλη πέρασε σε παρακμή, συνεπικουρούμενη και από το γεγονός ότι πολλά ορφανά παιδιά ενηλικιώνονταν και έφευγαν. Το 1992 οι εγκαταστάσεις της ‘’Ζηρόπολης’’ χρησιμοποιήθηκαν για την στέγαση 2000 Αλβανών οικονομικών προσφύγων. Το 1994-1995 η λίμνη ‘’Ζηρού’’ χρησιμοποιήθηκε παράνομα για αγώνες σκι, με ταχύπλοα σκάφη, από τον Ναυτικό Όμιλο Ιωαννίνων. Μετά από διαμαρτυρίες και δικαστικά ασφαλιστικά μέτρα της «Περιβαλλοντολογικής Εταιρείας Πρέβεζας» οι αγώνες δεν επαναλήφθηκαν. Στις 25 Μαΐου 1997 έγινε κυκλική διάπλευση της λίμνης με κωπήλατο σουηδικό Canoe Incas και πλήρης φωτογράφιση των παραλίμνιων ακτών από τους ιδιώτες Χαράλαμπο Γκούβα και Γρηγόρη Κατσίλη, όπως επίσης και βυθομέτρηση της λίμνης. Το έτος 1999 η λίμνη Ζηρού εντάχθηκε στο πρόγραμμα Natura 2000 από τη Νομαρχία Πρέβεζας και εξασφαλίσθηκαν κονδύλια ύψους 700.000.000 δρχ για την αξιοποίησή της, επί Νομαρχίας Δημητρίου Τσουμάνη. Ήδη τον Οκτώβριο του 2000, είχαν κατασκευασθεί κάποιες αθλητικές εγκαταστάσεις (γήπεδα τένις, κλπ). Το έτος 2000, ο δασολόγος εργολάβος κ. Ευάγγελος Σκάρπος, παρέδωσε έτοιμο το οικολογικό πεζοπορικό μονοπάτι που κυκλικά οδηγεί στο λόφο πάνω από τη λίμνη Ζηρού. Το έτος 2000 ξέσπασαν έντονες διαμάχες μεταξύ του Δήμαρχου Φιλιππιάδας κ. Βέργου και του Νομάρχη Πρέβεζας κ. Δημητρίου Τσουμάνη, σχετικά με το ποιος θα έχει την ευθύνη των έργων στη λίμνη. Τελικά κτίσθηκαν στην όχθη της λίμνης κτίρια με σκοπό τη χρήση τους ως εστιατόρια, αλλά τίποτε δεν λειτουργούσε μέχρι το καλοκαίρι του 2002. Εκείνη την εποχή, η λίμνη αποτέλεσε το επίκεντρο έντονης διαμάχης μεταξύ του τότε Δημάρχου Φιλιππιάδας κ. Βέργου και άλλων πολιτικών του αντιπάλων, για το θέμα της πραγματοποίησης ή όχι εκεί, «Διεθνούς φεστιβάλ ηλεκτρονικής μουσικής», το οποίο τελικά ακυρώθηκε λόγω ασφαλιστικών μέτρων των αντιδικούντων με τον Δήμαρχο Φιλιππιάδας μελών της αντιπολίτευσης, σε μονομελές δικαστήριο. Το Δεκέμβριο του 2004 άρχισε να λειτουργεί παρόχθια της Λίμνης Ζηρού το παραδοσιακό καφεστιατόριο «Λίμνη Ζηρού», ιδιοκτησίας Δήμου Θεσπρωτικού, το οποίο είχε κτισθεί με κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα έτη 2006-2007 έγιναν επεκτάσεις έργων και εγκαταστάσεων της καφετέριας Restaurant στο δυτικό μέρος της λίμνης Ζηρού, πού πέραν της αλλοίωσης του φυσικού περιβάλλοντος και της ενδεχόμενης μελλοντικής μόλυνσης, εμπλέκει και κάποιες δημόσιες υπηρεσίες που με τη σιωπηλή ανοχή τους συνέβαλαν στην εξέλιξη αυτών των επεκτάσεων έργων.πάθησαν να κολυμπήσουν ή ψάρευαν.

Η λαϊκή μυθολογία έχει πλάσει και σχετικό μύθο σχετικά με τη δημιουργία της λίμνης. Σύμφωνα με αυτόν, δύο αδελφές, μία πλούσια και μία φτωχή, βρίσκονταν σε αντιδικία με έρεισμα τα παχουλά παιδιά της φτωχής που σιτίζονταν με αποφάγια της πλούσιας. Τελικά επήλθε ρήξη των δύο αδελφών και η φτωχή πήρε το δρόμο της ξενιτιάς προς το βουνό. Τότε παρουσιάσθηκε άγγελος και της είπε να μη γυρίσει πίσω να δει την καταστροφή γιατί θα μετατραπεί σε στήλη άλατος. Σε λίγο έγινε σεισμός και η περιοχή κατέρρευσε με αποτέλεσμα να καταπιεί το σπίτι και την οικογένεια της πλούσιας αδελφής. Η φτωχή αδελφή τρόμαξε και γυρίζοντας πίσω ‘’μαρμάρωσε’’ μαζί με το γάιδαρό της. Προφανώς η λαϊκή μυθολογία σαν άγαλμά της εννοεί το μεγάλο βράχο ανατολικά της λίμνης.

Τετάρτη 18 Ιουνίου 2008

ΑΡΧΑΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΙΣ
























































9000 στρέμματα καταλαμβάνει ο αρχαιολογικός χώρος της Νικόπολης που βρίσκεται στο νομό Πρέβεζας, στην ομώνυμη χερσόνησο της νοτιοδυτικής Ηπείρου.
Η πόλη ιδρύθηκε από τον Οκταβιανό, το 31 π.Χ., αμέσως μετά τη ναυμαχία του Ακτίου. Εδώ συγκατοίκησαν Αιτωλοί, Ακαρνάνες, Ηπειρώτες αλλά και Ιταλοί άποικοι που εγκαταστάθηκαν αμέσως στην πόλη. Ο χαρακτήρας της όμως παρέμεινε ελληνικός.

Λόγω της ιδιαίτερης μορφολογίας της περιοχής αλλά και της στρατηγικής θέσης που καταλάμβανε η Νικόπολη, αμέσως εξελίχθηκε σε σημαντικό επικοινωνιακό κόμβο που ένωνε την Ελλάδα με τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Η εμπορική δραστηριότητα της πόλης ήταν αξιοσημείωτη και ημέρες μεγάλης ακμής σημάδεψαν την ιστορία της. Η Νικόπολη ένωνε την ανατολή με τη δύση. Με λιμάνι στο Ιόνιο και στον Αμβρακικό κόλπο, έπαιξε πρωταρχικό ρόλο στην εποχή της και ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα της Παλαιάς Ηπείρου η οποία αποτελούσε επαρχία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Έτσι, οι κάτοικοι απολάμβαναν ιδιαίτερα προνόμια, τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά. Αργότερα, η Νικόπολη έγινε επισκοπική έδρα. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι εδώ λειτουργούσε νομισματοκοπείο.

Από τις σημαντικότερες δραστηριότητες της αρχαίας πόλης ήταν η γιορτή των Ακτίων. Τα Άκτια διοργανώνονταν κάθε τέσσερα χρόνια και ήταν μεγαλόπρεποι αγώνες. Οι αθλητές συναγωνίζονταν στις ιπποδρομίες και σε άλλα ρωμαϊκά αθλήματα αλλά, χάρη στην ευρεία απήχηση της διοργάνωσης που είχε κρατήσει τον ελληνοπρεπή χαρακτήρα της, στα Άκτια διαγωνίζονταν και μουσικοί. Η πολιτιστική εμβέλεια των αγώνων ήταν μεγάλη στην εποχή της και η Νικόπολη ξεχώριζε.
Η παρακμή της πόλης ξεκίνησε σταδιακά κατά τον 3ο μ.Χ. αιώνα, ακολουθώντας τη γενικότερη πολιτική, οικονομική και κοινωνική κρίση της εποχής. Δυστυχώς όμως, η κατιούσα πορεία της επιδεινώθηκε από καταστροφικό σεισμό που έπληξε την πόλη. Ακολούθησαν βαρβαρικές εισβολές από αλεπάλληλα φύλα με πρώτους τους Γότθους. Το 395 η Νικόπολη καταλαμβάνεται και καταστρέφεται από τον Αλάριχο ενώ το 475 πέφτει στα χέρια των Βανδάλων. Το 551 οι Γότθοι εισβάλλουν εκ νέου στην πόλη οδηγώντας την σε οριστική παρακμή. Υπολογίζεται ότι στις αρχές του 10ου μ.Χ. αιώνα η Νικόπολη ερημώθηκε τελείως και έκτοτε σώζονται μόνο ερείπια.
Οι μελετητές και οι αρχαιολόγοι έχουν εξερευνήσει σχολαστικά την περιοχή κι έχουν αναδείξει τεκμήρια της ακμής της και πολύτιμα ιστορικά ευρήματα. Αρκετά από αυτά φυλάσσονται ήδη στο αρχαιολογικό μουσείο Νικοπόλεως. Στον αρχαιολογικό χώρο μπορείτε να δείτε το Ωδείο που κατασκευάστηκε τον 1ο αιώνα μ.Χ. και χρησιμοποιήθηκε μέχρι τα τέλη του 3ου μ.Χ. αιώνα, τις Βόρειες Θέρμες καθώς και το μνημείο του Αυγούστου που αναγέρθηκε κατ’ εντολή του Οκταβιανού Αύγουστου εις ανάμνηση της νίκης στο Άκτιο και αφιερώθηκε στον Άκτιο Απόλλωνα, στον πολεμικό Άρη και στον Ποσειδώνα, το θεό της θάλασσας. Περαιτέρω, εδώ βρίσκονται το ρωμαϊκό θέατρο του 1ου μ.Χ. αιώνα και το Νυμφαίο που ήταν κεντρικό σημείο ύδρευσης της πόλης αφού εδώ έφταναν τα νερά του ποταμού Λούρου.
Η Νικόπολη περιλαμβάνει και πολλά αξιόλογα χριστιανικά μνημεία. Σε αυτά συγκαταλέγονται η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου που είναι τρίκλιτη Βασιλική και χτίστηκε περίπου γύρω στο 560 μ.Χ., καθώς και πέντε ακόμα εκκλησίες. Όλες χτίστηκαν κατά τον 5ο – 6ο αιώνα μ.Χ. και είναι βασιλικού ρυθμού τρίκλιτες ενώ μόνο μια από αυτές είναι πεντάκλιτη. Παράλληλα, σώζεται το επισκοπείο, κτίριο που αξιοποιήθηκε ως επισκοπικό μέγαρο στους χριστιανικούς χρόνους αλλά που εκτιμάται ότι είχε ανεγερθεί αρκετά νωρίτερα, από τα ρωμαϊκά χρόνια. Εντύπωση προκαλεί η έπαυλη που χρονολογείται στα 450 μ.Χ. ενώ μέχρι σήμερα έχει διατηρηθεί μέρος της οχύρωσης της πόλης. Τα τείχη που διασώζονται ανοικοδομήθηκαν κατά τον 5ο ή το πολύ κατά τις αρχές του 6ου αιώνα, αφού σύμφωνα με τις πηγές αποσκοπούσαν στην προστασία της πόλης από τις βαρβαρικές επιδρομές των βαρβάρων που άφησαν τα ίχνη τους γύρω στα 475 μ.Χ. Κατόπιν, μέσα στα τείχη ανεγέρθηκαν οι εκκλησίες. Τα τείχη επισκευάστηκαν το 540 μ.Χ. στα χρόνια του αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Στα σημαντικότερα μνημεία της Αρχαίας Νικόπολης περιλαμβάνονται:
Το Ωδείο το οποίο βρίσκεται στη δυτική πλευρά του παλαιοχριστιανικού τειχους. Αποτελείται από το κοίλο, την ορχήστρα και τη σκηνή. Τρεις ημικυκλικές στοές στηρίζουν το κοίλο, εξασφαλίζοντας την κλίση του. Κατασκευάστηκε τον 1ο αι. μ.Χ. και χρησιμοποιήθηκε μέχρι το 2ο μισό του 3ου αι. μ.Χ.











Οι Βόρειες Θέρμες ("Μπεντένια"). Δημόσιο ρωμαϊκό κτίριο, βόρεια των ρωμαϊκών τειχών. Αποτελείται από καμπύλους και ορθογώνιους χώρους που συνδέονται μεταξύ τους με πολλά ανοίγματα και φέρουν ημικυκλικές κόγχες και πεσσοστοιχίες.
Tο μνημείο του Αυγούστου. Ιδρύθηκε από τον Οκταβιανό-Αύγουστο, το 31 π.Χ., μετά τη ναυμαχία του Ακτίου και αφιερώθηκε στον Αρη, τον Ποσειδώνα και τον Ακτιο Απόλλωνα. Αποτελείται από ένα λιθόκτιστο πόδιο, σχήματος Π, στο οποίο είχαν προσαρτηθεί τα χάλκινα έμβολα των πλοίων του Αντωνίου. Τα υπόλοιπα λάφυρα της ναυμαχίας στεγάζονταν μαζί με τα γλυπτά σε μία στοά στο πλάτωμα πάνω από το πόδιο.
Tο Θέατρο, το οποίο βρίσκεται ΝΑ του μνημείου του Αυγούστου. Η σκηνή είναι υψηλή, πιθανόν διόροφη, με τρεις αψιδωτές εισόδους. Οι παραστάσεις δίνονταν στο "λογείο", ανάμεσα στη σκηνή και την ορχήστρα. Τρεις υπόγειοι διάδρομοι διευκόλυναν τη ματακίνηση των θεατών στο κοίλο, κάτω από το οποίο, υπήρχαν ισάριθμες στοές. 1ος αι. μ.Χ.
Το Νυμφαίο, το οποίο βρίσκεται Δ των ρωμαϊκών τειχών της Νικόπολης. Αποτελείται από δύο κτίρια με απλή, αδιακόσμητη πρόσοψη και κόγχες στο εσωτερικό. Σε αυτό κατέληγε ο αγωγός που μετέφερε το νερό από τον Λούρο στη Νικόπολη. Είναι αμφίβολο αν τα κτίρια είναι σύγχρονα. Από αυτά, το βόρειο πρέπει να κατασκευάστηκε στις αρχές του 3ου αι. μ.Χ.











Αρχαία πόλη της Ηπείρου στο λαιμό της χερσονήσου της Πρέβεζας. Ιδρύθηκε από το Ρωμαίο αυτοκράτορα Αύγουστο μετά τη νίκη του εναντίον του Μάρκου Αντωνίου στη Ναυμαχία του Ακταίου (31 μ.Χ.). Γι’ αυτό και ονομάστηκε «Νικόπολη» (= πόλη της Νίκης).Ο ελληνικός χαρακτήρας της. Οι πρώτοι κάτοικοι της Νικόπολης ήταν κυρίως Ηπειρώτες, Ακαρνάνες και Αιτωλοί. Η πόλη διατήρησε έως την ερήμωσή της τον καθαρά ελληνικό χαρακτήρα της. Για την πολιτειακή της οργάνωση δε γνωρίζουμε πολλά. Φαίνεται όμως πως είχε κάποια αυτονομία. Στην εποχή της ακμής της, αν και οι Έλληνες έδιναν πάντοτε τον τόνο, ζούσαν εκεί και πολλοί Ρωμαίοι και Εβραίοι. Στο 20 π.Χ. η Νικόπολη ήταν η ουσιαστική πρωτεύουσα της Ηπείρου. Λέγεται μάλιστα πως φιλοξένησε κατά καιρούς διάφορες προσωπικότητες, όπως τον Απόστολο Παύλο (63 μ.Χ.), το φιλόσοφο Επίκτητο κ.ά. Το 267 γνώρισε τη βαρβαρότητα των Γότθων. Την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου όμως η ανάπτυξή της ήταν τόση, ώστε έγινε πρωτεύουσα της Αχαΐας (Ελλάδας).Ο Ιουλιανός ο Παραβάτης την ευνόησε ιδιαίτερα ως κέντρο της παλιάς θρησκείας.
Η πόλη άρχισε να παρακμάζει μετά το σεισμό του 373 και τις επιδρομές των Γότθων και των Βανδάλων που ακολούθησαν. Το 540 ο Ιουστινιανός την οχύρωσε και τα Βυζαντινά τείχη πού έχτισε (καλά διατηρημένα) αποτελούν τα πιο εντυπωσιακά λείψανα της ακμής της Νικόπολης. Παρά την οχύρωσή της, οι Γότθοι τη λεηλάτησαν το 551. Από τότε η Νικόπολη έπαψε πια να υπάρχει.Τα αρχαία της Νικόπολης. Ο πρώτος που ασχολήθηκε με τα αρχαία ερείπια της Νικόπολης ήταν ο Ιταλός περιηγητής Κυριακός από την Αγκόνα (1436). Οι ανασκαφές που έγιναν μετά την απελευθέρωση της Ηπείρου έφεραν στο φως αρκετές παλαιοχριστιανικές βασιλικές με ενδιαφέροντα ψηφιδωτά. Σώζονται επίσης λείψανα του ρωμαϊκού θεάτρου και του υδραγωγείου, ρωμαϊκά λουτρά και κατάλοιπα από βυζαντινά κτίσματα. Όλη η περιοχή είναι κατάσπαρτη με αρχαιότητες και αποτελεί έναν απέραντο ερειπιώνα.

ΦΙΛΙΑΤΕΣ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ










































































































Ο περιοχή Φιλιατών βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του Νομού Θεσπρωτίας, μεταξύ του ποταμού Καλαμά και των Ελληνοαλβανικών συνόρων. Αποτέλεσε διαμετακομιστικό σταθμό στην αρχαιότητα αλλά και κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας καθώς από εκεί διέρχονταν οδική αρτηρία που συνέδεε την Θεσπρωτία με τα Ιωάννινα. Μέχρι την περίοδο της Τουρκοκρατίας σχεδόν δεν υπάρχουν μαρτυρίες για την πόλη των Φιλιατών. Η γειτονική πόλη Τιτάνη επισκίασε την περιοχή κατά την αρχαιότητα, ενώ η καταστροφές που ακολούθησαν από τους Ρωμαίους και αργότερα από ληστρικές επιδρομές Αλβανικών φυλών που λυμαίνονταν την περιοχή κατά την Τουρκοκρατία, ερήμωσαν την περιοχή. Η αρχή της ανάπτυξης της έγινε όταν παρουσιάστηκε η ανάγκη διέλευσης και στρατοπέδευσης του τουρκικού εκστρατευτικού σώματος με προορισμό την Κέρκυρα από την περιοχή που βρίσκεται σήμερα η κωμόπολη, αλλά και η ανάγκη λειτουργίας τουρκικού διοικητικού κέντρου για τον έλεγχο της περιοχής: Χαράχθηκε νέος, μεγαλύτερος δρόμος, διανοίχτηκαν πηγάδια, δημιουργήθηκε η ανάγκη για επαγγελματίες, όπως χανιτζήδες, σαμαράδες, πεταλωτές κλπ. Έτσι δημιουργήθηκαν υποδομές ώστε από ένας απλός αγροτικός οικισμός οι Φιλιάτες να εξελιχθούν σε σημαντικό εμπορικό σταθμό και να συγκεντρώσουν πληθυσμούς από τις γύρω ορεινές περιοχές.
Την περίοδο 1915-1936 λειτούργησε στην πόλη των Φιλιατών Διδασκαλείο Νηπιαγωγών. Σήμερα οι Φιλιάτες είναι ένας καλά οργανωμένος δήμος που διαθέτει όλες τις απαραίτητες υποδομές και υπηρεσίες για την λειτουργία του. Στην πόλη υπάρχει ταχυδρομείο, αστυνομία, παιδικός σταθμός, σχολεία, εφορία, ΙΚΑ, Δασαρχείο, ΚΑΠΗ, τράπεζες (Αγροτική και Εθνική), φροντιστήρια, σύγχρονο νοσοκομείο και άλλες υπηρεσίες. Η περιοχή είναι πολύ πλούσια σε φυσικές ομορφιές, αλλά και χώρους τουριστικού ενδιαφέροντος, όπως τα ερείπια της αρχαίας πόλης Τιτάνη, η Μονή Γηρομερίου, το λαογραφικό μουσείο Τσαμαντά, κ.ά. Ορισμένοι από τους οικισμούς του δήμου έχουν χαρακτηριστεί ως «Παραδοσιακοί Οικισμοί», όπως ο οικισμός του Γηρομερίου, της Φανερωμένης, της Καμίτσανης, του Πλαισίου και του Φοινικίου. Αξίζει τον κόπο να τους επισκεφτείτε καθώς διατηρούν αναλλοίωτο το παραδοσιακό τους χρώμα. Η περιοχή βρίσκεται πολύ κοντά στις παραλίες του νομού.